Σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Εκπαιδευτικής Στατιστικής, περισσότερα
από ένα στα πέντε παιδιά σχολικής ηλικίας (21%) μιλούν μια άλλη γλώσσα,
εκτός της γλώσσας που χρησιμοποιούν στο σχολείο, όταν είναι στο σπίτι. Ο
αριθμός των δίγλωσσων παιδιών αναμένεται να αυξηθεί κατά τα επόμενα
χρόνια.
Τα παιδιά που έχουν κατακτήσει και χρησιμοποιούν δυο γλώσσες,
θεωρούνται δίγλωσσα. Η κατάκτηση των δύο γλωσσών γίνεται παράλληλα και
αφορά κυρίως την ηλικία που ένα παιδί αναπτύσσει το λόγο του, δηλαδή την
ηλικία 0-6 ετών.
Τα παιδιά μπορούν να μάθουν να είναι δίγλωσσα. Μπορούν να μάθουν δυο γλώσσες στο σπίτι, στο σχολείο ή στην ευρύτερη κοινότητα που ζουν. Η γλώσσα που το παιδί γνωρίζει καλύτερα, ονομάζεται κυρίαρχη γλώσσα. Με τον καιρό, η κυρίαρχη γλώσσα μπορεί να αλλάξει, ειδικά όταν το παιδί δεν την χρησιμοποιεί τακτικά.
Η χρήση δύο γλωσσών είναι μια ικανότητα σαν όλες τις άλλες. Για να κατακτηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό, τα παιδιά χρειάζονται πολλή εξάσκηση, την οποία θα παρέχουν οι γονείς. Η διγλωσσία δεν μπερδεύει το παιδί και σύμφωνα με αρκετές έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί, τα δίγλωσσα παιδιά αναπτύσσουν το λόγο τους όπως και τα παιδιά που μιλούν μία γλώσσα.
Όταν ένα παιδί μαθαίνει παραπάνω από δύο γλώσσες:
Συνήθως ακολουθεί τα στάδια τυπικής ανάπτυξης λόγου, δηλαδή παράγει τις πρώτες λέξεις σε ηλικία 1 έτους, παράγει φράσεις σε ηλικία 2 ετών κλπ. Δηλαδή δεν παρουσιάζει μεγάλη απόκλιση από την ανάπτυξη των παιδιών που μαθαίνουν μία γλώσσα.
Τα παιδιά μπορούν να μάθουν να είναι δίγλωσσα. Μπορούν να μάθουν δυο γλώσσες στο σπίτι, στο σχολείο ή στην ευρύτερη κοινότητα που ζουν. Η γλώσσα που το παιδί γνωρίζει καλύτερα, ονομάζεται κυρίαρχη γλώσσα. Με τον καιρό, η κυρίαρχη γλώσσα μπορεί να αλλάξει, ειδικά όταν το παιδί δεν την χρησιμοποιεί τακτικά.
Η χρήση δύο γλωσσών είναι μια ικανότητα σαν όλες τις άλλες. Για να κατακτηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό, τα παιδιά χρειάζονται πολλή εξάσκηση, την οποία θα παρέχουν οι γονείς. Η διγλωσσία δεν μπερδεύει το παιδί και σύμφωνα με αρκετές έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί, τα δίγλωσσα παιδιά αναπτύσσουν το λόγο τους όπως και τα παιδιά που μιλούν μία γλώσσα.
Όταν ένα παιδί μαθαίνει παραπάνω από δύο γλώσσες:
Συνήθως ακολουθεί τα στάδια τυπικής ανάπτυξης λόγου, δηλαδή παράγει τις πρώτες λέξεις σε ηλικία 1 έτους, παράγει φράσεις σε ηλικία 2 ετών κλπ. Δηλαδή δεν παρουσιάζει μεγάλη απόκλιση από την ανάπτυξη των παιδιών που μαθαίνουν μία γλώσσα.
Υπάρχει πιθανότητα να συγχέει τους γραμματικούς κανόνες ή να χρησιμοποιεί λέξεις κι από τις δύο γλώσσες σε μία πρόταση. Αυτά όμως αποτελούν φυσιολογικά χαρακτηριστικά του λόγου δίγλωσσων παιδιών.
Είναι σε θέση να μαθαίνει νέες λέξεις πιο εύκολα.
Οι ήχοι από την πρώτη γλώσσα μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο που το παιδί μαθαίνει και χρησιμοποιεί τη δεύτερη γλώσσα. Είναι πιο εύκολο να μάθει τους ήχους και τις λέξεις, όταν οι γλώσσες που μαθαίνει είναι παρόμοιες.
Αν το παιδί παρουσιάζει διαταραχή στο λόγο, στην επικοινωνία ή στην ομιλία του, αυτή θα εκδηλωθεί και στις δύο γλώσσες. Σε αυτή την περίπτωση καλό θα ήταν, να αποφεύγεται η εκμάθηση δύο γλωσσών και να γίνεται χρήση της μίας μόνο γλώσσας και συγκεκριμένα αυτής που οι γονείς χειρίζονται καλύτερα. Ωστόσο θα ήταν καλό να διευκρινιστεί ότι η διγλωσσία δεν προκαλεί δυσκολίες στους παραπάνω τομείς, αντιθέτως σε κατάλληλες συνθήκες μπορεί να ωφελήσει τη γνωστική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.
Ωστόσο, στην περίπτωση που διαπιστώνεται στο παιδί διαταραχή λόγου ή γλωσσική καθυστέρηση, η διγλωσσία θα πρέπει να αποθαρρύνεται. Στην περίπτωση αυτή, στόχο θα πρέπει να αποτελεί η επαρκής κατάκτηση μίας γλώσσας αρχικά.
Τι πρέπει να προσέξουν οι γονείς που μεγαλώνουν ένα δίγλωσσο παιδί;
Οι γονείς θα πρέπει ν αντιλαμβάνονται και τις δύο γλώσσες. Δηλαδή όταν ο ένας γονιός μιλάει στο παιδί, ο άλλος πρέπει να τον καταλαβαίνει.
Ο χειρισμός της δεύτερης γλώσσας πρέπει να γίνεται σε ικανοποιητικό βαθμό τουλάχιστον από έναν από τους δύο γονείς.
Μία συνομιλία θα πρέπει να ολοκληρώνεται στην ίδια γλώσσα στην οποία άρχισε. Αυτό σημαίνει ότι ο γονιός δε θα πρέπει να μεταπηδά από τη μία γλώσσα στην άλλη κατά τη διάρκεια της συνομιλίας.
Να υπάρχει σταθερότητα στην χρήση των δύο γλωσσών μέσα στο σπίτι. Για παράδειγμα αν οι γονείς χρησιμοποιούν μεταξύ τους τη μία γλώσσα, αυτή θα πρέπει να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν. Το ίδιο συμβαίνει και με συγκεκριμένες «ρουτίνες» όπως είναι η ώρα του φαγητού ή του μπάνιου, κατά τη διάρκεια των οποίων θα ήταν καλό να χρησιμοποιείται πάντα μία συγκεκριμένη γλώσσα. Επίσης αν ο μπαμπάς μιλάει στο παιδί ελληνικά και η μαμά του μιλάει στη μητρική της γλώσσα, αυτό πρέπει να σταθεροποιηθεί και να μην αλλάξει κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του παιδιού.
Οι γονείς να αντιμετωπίζουν την εκμάθηση των δύο γλωσσών σαν μια φυσιολογική διαδικασία. Θα πρέπει λοιπόν να μην υπενθυμίζουν συνεχώς στο παιδί να χρησιμοποιεί την άλλη γλώσσα, να μην αναγκάζουν το παιδί να επιδεικνύει τις λέξεις που ξέρει μπροστά σε συγγενείς, φίλους ή γνωστούς.
Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία πειραματίζονται, κάνουν λάθη και μαθαίνουν από αυτά και είναι σαν «σφουγγαράκια» που απορροφούν πληροφορίες. Η χρήση δύο γλωσσών, μπορεί να τους φαίνεται μία πολύ φυσιολογική διαδικασία και ταυτόχρονα μία διασκεδαστική και ευχάριστη εμπειρία, όταν όμως η έναρξή της γίνεται σε πολύ πρώιμη ηλικία δηλαδή από τους πρώτους μήνες ζωής του παιδιού…
Πηγή : xenesglosses.eu
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου