Blogger Widgets

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012

Πόσο σημαντική είναι η Προσχολική Εκπαίδευση;

Για πολλά παιδιά, τα πιο σημαντικά χρόνια της εκπαίδευσης είναι αυτά που προηγούνται της έναρξης της σχολικής ζωής.
 

Μάλιστα, ο βραβευμένος με Νόμπελ, οικονομολόγος, James Heckman έχει επανειλημμένα καταγράψει τη δύναμη της προσχολικής εκπαίδευσης. Μία από τις σημαντικότερες ερευνητικές του εργασίες είναι το πείραμα που διεξήχθη στο Κέντρο Προσχολικής Αγωγής Perry σε 123 παιδιά αφρο-αμερικανικής καταγωγής, χαμηλής κοινωνικής τάξης από το Michigan. (Όλα τα παιδιά είχαν δείκτη νοημοσύνης μεταξύ 75 και 85.) Όταν τα παιδιά ήταν τριών ετών, έπειτα από τυχαία επιλογή, χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Τα παιδιά της μίας ομάδας φοίτησαν σε πρότυπα προσχολικά ιδρύματα, ενώ αυτά της δεύτερης δεν έλαβαν καμία εκπαίδευση. Εν συνεχεία, τα υποκείμενα αυτής της μελέτης τέθηκαν υπό παρακολούθηση για τις επόμενες δεκαετίες της ζωής τους, με πιο πρόσφατη τη συγκριτική τους εξέταση στην ηλικία των 40 ετών. Οι διαφορές, ακόμα και δεκαετίες μετά την παρέμβαση, ήταν σαφείς:

Οι ενήλικες που είχαν παρακολουθήσει προσχολικό πρόγραμμα είχαν 20 τοις εκατό περισσότερες πιθανότητες να έχουν αποφοιτήσει από το σχολείο και 19 τοις εκατό λιγότερες πιθανότητες να έχουν συλληφθεί πάνω από πέντε φορές.

Οι βαθμοί τους ήταν υψηλότεροι , ήταν πιθανότερο να παραμείνουν παντρεμένοι και ήταν λιγότερο εξαρτημένοι από τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας. Αυτός είναι ο λόγος, σύμφωνα με τον Heckman και τους συνεργάτες του, που κάθε δολάριο το οποίο επενδύεται στην προσχολική αγωγή αποφέρει περίπου οκτώ με εννέα δολάρια σε αντάλλαγμα.

Γιατί, λοιπόν, είναι τόσο σημαντική η προσχολική αγωγή; Η απάντηση είναι προφανής:

Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία είναι ιδιαίτερα ευπροσάρμοστα και εύπλαστα και μπορούν να δημιουργήσουν εύκολα νέες συνήθειες. Επιπλέον, τα οφέλη της προσχολικής αγωγής δεν είναι ισομερώς κατανεμημένα. Αντιθέτως, μία τέτοια εκπαίδευση φαίνεται να είναι απαραίτητη για τα παιδιά προερχόμενα από δυσλειτουργικό περιβάλλον. Ένα νέο άρθρο από τον Elliot Tucker-Drob, Ψυχολόγο στο Πανεπιστήμιο του Texas, εξηγεί γιατί συμβαίνει αυτό. Ήθελε να αποκλείσει τις σχετικές επιρροές φύσης και ανατροφής, γονιδίων και περιβάλλοντος στη βελτίωση των ακαδημαϊκών δεξιοτήτων κατά τη διάρκεια της προσχολικής εκπαίδευσης. Χρησιμοποίησε ένα δείγμα 1.200 ομοζυγωτικών και ετεροζυγωτικών διδύμων από 600 οικογένειες διαφόρων εθνοτήτων και κοινωνικών τάξεων, στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 2001. Επειδή συνέκρινε ομοζυγωτικά δίδυμα, που μοιράζονται το 100 τοις εκατό των γονιδίων τους, και ετεροζυγωτικά δίδυμα, που μοιράζονται το 50 τοις εκατό, ήταν σε θέση να υπολογίσει τη γενετική και περιβαλλοντική επιρροή στη διαμόρφωση των ικανοτήτων κατά την ηλικία των πέντε ετών, τόσο για εκείνα τα παιδιά που είχαν εγγραφεί σε μονάδες προσχολικής εκπαίδευσης όσοι και για αυτά που δεν παρακολούθησαν κανένα ανάλογο πρόγραμμα.

Εκ πρώτης όψεως, το κύριο πόρισμά του θα μπορούσε να φανεί παράδοξο. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε, ο παράγοντας του οικογενειακού περιβάλλοντος αντιπροσώπευε περίπου το 70 τοις εκατό της διακύμανσης μεταξύ των βαθμολογιών για τα παιδιά που δεν έλαβαν προσχολική εκπαίδευση. Αντίθετα, ωστόσο, οι ίδιοι αυτοί παράγοντες αντιπροσώπευαν μόνο το 45 τοις εκατό της διακύμανσης βαθμολογιών μεταξύ των παιδιών που φοίτησαν στον παιδικό σταθμό ή το νηπιαγωγείο.

Πώς μπορεί η προσχολική αγωγή να τροποποιήσει το βαθμό επιρροής που ανάγεται στην κληρονομικότητα ή και την ανατροφή; Και γιατί η προσχολική εκπαίδευση καθιστά τη γενετική ακόμα πιο σημαντική;

Η απάντηση έχει να κάνει με τους περιορισμούς που επιβάλλονται στην ψυχική ανάπτυξη. Όταν τα παιδιά στερούνται ενός εμπλουτισμένου περιβάλλοντος, όταν μεγαλώνουν σε μία αγχωτική εστία χωρίς πολλά βιβλία ή συζήτηση, αυτή η έλλειψη καλλιέργειας αναστέλλει την πνευματική τους ανέλιξη. Ως αποτέλεσμα, τα παιδιά δεν είναι σε θέση να επιτύχουν πλήρως τη γενετική δυναμική τους. (Σύμφωνα με τον Razib Khan, όταν αφαιρείτε τη μεταβλητή του περιβάλλοντος, η γενετική μεταβλητή παραμένει.) Η αρετή της προσχολικής αγωγής, τότε, είναι ότι γεφυρώνει το χάσμα των εμπειριών ζωής μεταξύ πλουσίων και φτωχών νηπίων.

Το αποτέλεσμα αυτό αποδεικνύεται και από τα δεδομένα του Tucker-Drob, καθώς εξέτασε τις αλλαγές στις βαθμολογίες που σχετίζονται με την προσχολική εκπαίδευση. Αναντίρρητα, διαπίστωσε ότι η προσχολική εκπαίδευση γεφυρώνει σημαντικά το χάσμα επιδόσεων μεταξύ πλουσίων και φτωχών παιδιών. Ωστόσο, αυτό οφείλεται εξ ‘ολοκλήρου στις υψηλές επιδόσεις των παιδιών που προέρχονται από δυσλειτουργικές οικογένειες. Στην πραγματικότητα, ο Tucker-Drob συμπέρανε ότι παιδιά που μεγάλωσαν σε ευκατάστατο περιβάλλον δεν επωφελήθηκαν από τον προσχολική εκπαίδευση, καθώς η βαθμολογία τους παρέμεινε σταθερή, διότι αυτά τα παιδιά λάμβαναν, ήδη, αφθονία ερεθισμάτων στο σπίτι.

Η τελευταία μελέτη βασίζεται σε προηγούμενες εργασίες του Tucker-Drob και δείχνει ότι η επίδραση των γονέων, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση. Εξέτασε 750 ζευγάρια διδύμων που έδωσαν ένα τεστ πνευματικής ικανότητας στην ηλικία των 10 μηνών και πάλι στην ηλικία των 2 χρονών. Το πρώτο πράγμα που διαπίστωσε είναι ότι, όσον αφορά στην ηλικία των 10 μηνών, το οικογενειακό περιβάλλον ήταν η βασική μεταβλητή, πέρα από κάθε κοινωνικο-οικονομική τάξη. Αυτό βέβαια δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη, καθώς τα περισσότερα μωρά παραμένουν υποχρεωτικά στο σπίτι και η ζωή τους υπαγορεύεται από τις επιλογές των γονέων τους.

Τα αποτελέσματα, ωστόσο, για την ηλικία των 2 ετών ήταν εντελώς διαφορετικά. Στα παιδιά από φτωχότερες οικογένειες, οι αποφάσεις των γονέων εξακολουθούν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Στην πραγματικότητα, οι ερευνητές υπολόγισαν ότι το οικογενειακό περιβάλλον αντιπροσώπευε περίπου το 80 τοις εκατό του ατομικής διακύμανσης των νοητικών λειτουργιών μεταξύ των δίχρονων. Το αντίθετο διαπιστώθηκε για τα παιδιά ηλικίας 2 ετών, τα οποία προέρχονταν από εύπορες οικογένειες. Για αυτά τα παιδιά, η γενετική, κατά κύριο ρόλο, καθορίζει τις επιδόσεις, αντιπροσωπεύοντας το 50 τοις εκατό κάθε διακύμανσης των νοητικών λειτουργιών. Για τους γονείς, τότε, η συσχέτιση φαίνεται να είναι σαφής: Καθώς ο πλούτος αυξάνει, οι επιλογές των ενηλίκων παίζουν πολύ μικρότερο ρόλο στον καθορισμό της πνευματικής ικανότητας των παιδιών τους.

Υπάρχουν δύο μαθήματα εδώ.

Το πρώτο μάθημα είναι ότι οι γονείς της ανώτερης κοινωνικής τάξης ανησυχούν υπερβολικά. Αν και οι ενήλικοι έχουν την τάση να ασχολούνται με τις λεπτομέρειες που αφορούν στην άσκηση του γονεϊκού ρόλου, συνήθως αυτές οι λεπτομέρειες είναι ασήμαντες.Μακροπρόθεσμα, τα χρήματα είναι αυτά που δίνουν στο παιδί διαρκή πρόσβαση σε μια πληθώρα ερεθισμάτων και κινήτρων.

Το δεύτερο μάθημα είναι ότι η εντυπωσιακή ανισότητα όσον αφορά στην εξέλιξη τίθεται ευθύς εξαρχής. Όπως αποδεικνύει ο Tucker-Drob, ακόμη και η διανοητική ικανότητα του παιδιών που βρίσκονται στην ηλικία των 2 ετών μπορεί να επηρεαστεί σημαντικά από την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση των γονέων τους. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η αποδυνάμωση των δυνατοτήτων τους. Και αυτός είναι ο λόγος που υπάρχει ανάγκη για σωστά προσχολικά ιδρύματα. Ασφαλώς, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί πανάκεια και η επίδραση ενδέχεται να διαφέρει ανάλογα με την ποιότητα των παροχών, αλλά η προσχολική εκπαίδευση είναι ακόμα ένα ουσιαστικό βήμα προς την εξάλειψη του χάσματος.
 
Η ζωή είναι άδικη; Κάποια παιδιά θα γεννιούνται πάντα σε οικογένειες κατώτερου κοινωνικού στρώματος. Παρ ‘όλα αυτά, έχουμε καθήκον να εξασφαλίσουμε ότι κάθε παιδί θα έχει την ευκαιρία να μάθει αυτό για το οποίο είναι ικανό.

Πηγή: wired.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: